-
1 σλατί τακος
σλατί τακος, ὁ, eine große Art des Fisches μύλλος, Dorio bei Ath. III, 118 d; auch = σαπέρδης, VII, 308 f. – Nach Phot. auch τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον.
-
2 σλατί τακος
σλατί τακος, ὁ, eine große Art des Fisches μύλλος
1 σλατί τακος
σλατί τακος, ὁ, eine große Art des Fisches μύλλος, Dorio bei Ath. III, 118 d; auch = σαπέρδης, VII, 308 f. – Nach Phot. auch τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον.
2 σλατί τακος